Όχι,
το ασημένιο ψάρι, ξεγλύστρισε απ΄τ΄άστρα

μάχονταν να πιαστεί, απο ξύλινες κατασκευές, απο τσιμεντένιες φυλακές, γρανιτένια μάτια -

Ένα γληπτό στο κοίλωμα ενός βράχου, μόνο πέτρινο μυαλό,
σε ονειρικό επίπεδο -

Τα όνειρά μου, σωρείες απο εγκλήματα και λάθη,

πλημυρισμένα αποτσίγαρα και μνήμες,

Όχι,

Είδα πολλές φορές, τους μοναχικούς να σκοτώνουν τα παιδιά τους, σε ξεψυχισμένα υπόγεια και σοφίτες, κατακτώντας την αθανασία.

- πέτρινο αντίο ριγμένο απο τις σκάλες,

συντρίμια οι συνήθειες, ρεαλισμός φτωχής φύσης -

Απαιτώ οι αρχές και οι συνέχειες μας, να κλείσουν το κεφάλαιο της Γέννεσης.
Όχι,

ένα κουταλάκι του γλυκού στο τραπέζι,

τροφοδοσία σήψης, καθώς οι εποχές γυρνάνε,

τρελλή ρόδα, με λάμπες φωτοστέφανα.

- η πραγματικότητα μου, ξεκινάει απο το υπογάστριό μου,
με κατεύθυνση τα άστρα. -

Στενή αντιμετώπιση, με μουχλιασμένη γνώση, 

δυστυχώς, μήτε πενικιλίνη δεν φτιάχνεις

Όχι,

ζαρωμένες πτυχές, ξεστράτημα χρονικό, με ένα καλάμι στο χέρι και προβιά, μακρυνό ραντεβού με τις νευρώσεις - καθρέφτη, καθρεφτάκι υπάρχει κανένας άλλος, πιό οξύμωρος; -

Λάμπεις σαν άστρο κόκκινο, που ξέφυγε απο την τροχιά του, και έπεσε στο δάσος με τις πεταλούδες.

Όχι,

απλά, απλά κουκούβισε η αγνώστου ταυτότητας μηχανή πάνω στην ταράτσα μας, και ψάρεψε το χρυσόψαρο απο τη γυάλα
- προς τι΄, τοιούτου είδους αντιλήψεις περι υμένος; -

η ανανέωση, στριφτός χωματόδρομος,

σε τζάκι πυρωμένο μ΄ευχές.

Όχι,

Χίλιες παρα μία, παρατηρήσεις και διώξεις,

ακροβατούσαν στην ξύλινη βέργα, ενθύμιο αποστασίας

- πώς θυμάσαι το πρώτο σου φίλημα στα κλεφτά, σ΄εκείνο το παγκάκι; -

ο απο μηχανής Θεός, συνένοχος του δράματος, στις απαθείς φάτσες των θεατών.

Όχι,

Μηχανή, καταγραφή, γκρίζοι κρόταφοι, νύχτα σε νεκροταφείο, πλατσουρίζοντας τις αμηχανίες,

μέσα στο γεμάτο φλυτζάνι καφέ.

- πές μου ποιά τα λάθη σου, να σου πώ, τί είσαι -

το άπειρο ξεστράτισε απ΄τα μάτια μας, στην προσπάθειά του,
να αποφύγει τα αντιαστροπορικά πυρά.

Όχι,

μιλάμε με μυκηθμούς και νεκρικές γωνιές σε πέτρινους τοίχους, συμμαδεύουν τις σιγές, ανάμεσα στην πορφυρή εκτόνωση και την τηλεφόρτισή μας.

- μουγκανιτά αρρώστων αλόγων, λιγνές χορεύτριες και οι διακοπές της σιγής μας, σπασμένοι καθρέφτες -

Το αλλότριο σημαδεύει το προσωπικό και το προσωπικό συμμετέχει στο χορό του απόλυτου.

Όχι,

τα ουρλιαχτά δέν φτιάχνουνε τραγούδι, μόνο δαντέλες και περιδέραια στο λαιμό του κόρακα, μαύρα ουρλιαχτά άσπρες επενδύσεις

- σιγή, δέν περνάει κουβέντα στα μονοπάτια των φωνών μας, βουβή η συνενόηση -

Χιόνια στη γλώσσα, μακροσκελείς ανάγκες χαμένες στη βουή,
τροχοί και φώτα,

Όχι,

γαργαλάμε τις πατούσες του πραγματικού, σκυμμένοι πάνω απο τα αυτοσχεδιαστικά μας οδοφράγματα και τους χάρτες της εικονογραφημένης θεώρησης μας - αδιέξοδα πρασινισμένων χιλιομέτρων, κατα μήκος της κλίμακας αξιών - η εικασία μας, τρυπημένη ανανέωση σε φαινομενικά ακατανόητα αυτοσχεδιάσματα.

Όχι,

η ακινησία του παγωμένου τοπίου, σκηνοθετεί την ακινησία του προσηλωμένου ματιού, στην γνησίως φθίνουσα, καμπύλη της δράσης.

- το χέρι, γαντζώνεται στο άλλο χέρι, κι εκείνο στο άλλο και στο άλλο -

τέλος, αρκετά τα λόγια, ας κάνουμε μιά δίλεπτη σιγή, επιτέλους,
στο όραμα της νεοπραγματικής φαντασιοαλήθειας μας ...

Όχι,

φορτωμένα κεφάλια υπερβατικούς όρους, ορολογία σειράς, διανόηση δρεπάνι και ασημένιο σπαθί Σαμουραϊ,

tet a tet , με το Δράκο - παράδοση, εκτίναξη, εκφυγή, πόδια ροδέλες, χωρίς τιμόνια και ελπίδες -

στη γνήσια παράδοσή μας προς το σήμερα, 

το χθές χαρακτηριστικό γηρίνου 

και το αύριο χρυσόψαρο σε γυάλα.




*
επομενο
*